Το φαινόμενο του ταραντισμού και η ταραντέλα
Μουσική θεραπεία ή εξορκισμός;

Ταραντισμός (Tarantismo)

Ο ταραντισμός θεωρείται ως ένα φαινόμενο σπασμώδους υστερίας σύμφωνα με την ψυχιατρική. Το ψυχοπαθολογικό αυτό κάδρο χαρακτηρίζεται από γενική αδιαθεσία και από μια συμπτωματολογία που προσομοιάζει με την επιληψία ή την υστερία. Η επιληπτοειδής διέγερση είναι πολύ συχνή αν και δεν εμφανίζεται σε κάθε περίπτωση. Στα συνοδά συμπτώματα παρατηρείται συγχυτικοδιεγερτική φάση ακολουθούμενη από εμβροντησία.

Ταραντέλα (Tarantella)

Πρόκειται για έναν γρήγορο ρυθμό που συνοδευει ποικίλες παραλλαγές του χορού αυτού που εμφανίζονται στη μουσική παράδοση της Νοτίου Ιταλίας. Ευρέως γνωστή είναι η χρήση του χορού αυτού σαν ένα είδος εξορκισμού σε περιπτώσεις τσιμπήματος αράχνης που ονομάζεται λύκος ή ταραντούλα. Οι παλαιότερες ιστορικές πηγές τον συνδέουν με διονυσιακές τελετουργιες αναφέροντας τον από το 1.100 π.Χ. ενώ από το 186 π.Χ. κι έπειτα χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά ως θεραπεία. Η ταραντέλα παίζεται με βιολί, ακορντεόν, ντέφια, μαντολίνο, φλάουτο, τρομπέτα, ταμπούρλο και κλαρίνο. Στην εποχή μας χρησιμοποιείται ακόμη ως ένα είδος μουσικού εξορκισμού στις περιοχές της Σικελίας και τη Νάπολη, ενώ χορεύεται και για ψυχαγωγικούς σκοπούς.

Η περίπτωση του ταραντισμού αναφέρεται στο τσίμπημα της αράχνης, που προκαλεί υστερικές κρίσεις, παρόλο που δεν υπάρχει κανένα εύρημα κάποιας έκδηλης ή άδηλης οργανικής αιτίας. Η ψυχοπαθολογική εικόνα του ταραντισμού μοιάζει με την κατάθλιψη, μολονότι στην τέλεση της ταραντέλας η εικόνα αλλάζει δίνοντας τη θέση της σε έναν μανιακό χορό, που θεωρείται τόσο απολυτρωτικός, όσο επίσης και ένδειξη της αποθεραπείας του πάσχοντος. Στην ταραντέλα, ο “ταραντάτος” ή η “ταραντάτα” έπρεπε να χορεύει και να τραγουδάει με φρενίτιδα ωσότου να θεραπευθεί. Το φαινόμενο απαντάται κυρίως στη Νότιο Ιταλία και δανείζεται το όνομά του από την αποκαλούμενη ταραντούλα. Σύμφωνα με τις παραδόσεις, λέγεται πως κάποιοι οργανοπαίχτες μπορούσαν με τη χρήση της μουσικής να θεραπεύσουν ή να κατευνάσουν τα συμπτώματα. Αυτό γινόταν βρίσκοντας δονητικά τον κατάλληλο ρυθμό, μέσα από τη χρήση διαφόρων μουσικών οργάνων, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται στη χρήση του ταμπούρλου. Η μουσική αυτή θεραπεία, πολλές φορές διαρκεί μέρες ολόκληρες μέχρι και μήνες. Ακόμη, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις, όπου η ταραντέλα έπρεπε να γίνεται για χρόνια και πάντοτε έπειτα από επαναλαμβανόμενες κρίσεις, οι οποίες είχαν μια συγκεκριμένη περιοδικότητα.

Μια περιοδικότητα που απαντάται και στη χερσόνησο του Σαλέντο, η οποία άλλωστε είναι η Γη του επαναλαμβανόμενου τσιμπήματος, όπως την αποκαλεί στο ομώνυμο βιβλίο του “La terra del rimorso”, ο ιταλός εθνογράφος και ανθρωπολόγος Ernesto de Martino (1908-1965). Ο χαρακτηρισμός αυτός παραπέμπει στο ξαναδάγκωμα, στην επιστροφή του κακού παρελθόντος, που δεν απετέλεσε επιλογή, όπως θα μας πει ο ίδιος και το οποίο φαίνεται σαν να επιστρέφει προκειμένου για να ξαναδαγκώσει.

Δεν είναι τυχαίο που αυτό συμβαίνει στη νότια Ιταλία, σε αυτήν τη γη με τα τόσα προβλήματα, την αδύναμη για να προσφέρει ασφάλεια και προστασία στον πληθυσμό της. Ο ταραντισμός ήταν ένας πολιτισμικά κατασκευασμένος εξορκισμός του κακού, μια τελεστική μαγικο-θρησκευτική του έκφραση. Η χερσόνησος βρισκόταν ανέκαθεν εκτεθειμένη σε κινδύνους, ένα σύνορο χωρίς ασφάλεια. Έτσι, κάθε καλοκαίρι, καθώς πλησιάζει η γιορτή του Απόστολου Παύλου στα τέλη Ιουνίου, υφέρπει στην περιοχή ο σκοτεινός πειρασμός της αταξίας και του χάους κι ίσως για τον λόγο αυτόν αποκτά αξία η προσφυγή σε μια μυθικο-τελετουργική τάξη που αναφέρεται σ΄ έναν κόσμο χριστιανικό μεν, αλλά με μεγάλη πολιτισμική απόσταση από τη χριστιανική τάξη πραγμάτων.

Ο αγροτικός κόσμος αντιστέκεται με τον τρόπο του απέναντί της, μαθημένος την ίδια εποχή του χρόνου στις αρχαίες παγανιστικές γιορτές, που έχουν τώρα αντικατασταθεί από τις χριστιανικές. Η σύνδεση της υπερβολικής και παράδοξης συμπεριφοράς είναι στενά συνδεδεμένη με την παράδοση στις περιοχές του ιταλικού νότου, που ακόμη και σήμερα εάν κάποιος φέρεται παράξενα, είθισται να λέγεται, μα τι έπαθες, αράχνη σε τσίμπησε; Κάτι ανάλογο με το δικό μας λεκτικό: μα καλά, μύγα σε τσίμπησε; Το γένος της φερόμενης ως υπαίτιας για τα συμπτώματα αράχνης, είναι η Lycosa Latrodectus. Επιστημονικώς δεν έχει, φυσικά, ουδέποτε αποδειχθεί κάτι τέτοιο, καθώς το δηλητήριο της αράχνης αυτής, δεν είναι θανατηφόρο και φυσικά δεν προκαλεί τέτοια ή παρόμοια συμπτώματα. Επίσης, σε πάσχοντες από ταραντισμό που υπεβλήθησαν σε εξετάσεις, δεν υπήρξαν ευρήματα που να επιβεβαιώνουν αυτήν την υπόθεση. Οι μελετητές και ερευνητές του ταραντισμού, δεν αναφέρονται ποτέ σε οργανικά αίτια και έτσι το φαινόμενο δεν φαίνεται να έχει μιαν επαρκή επιστημονική εξήγηση.

Παραδοσιακά φαίνεται ότι οι νεαρές κοπέλες σε ηλικία γάμου (ανύπανδρες) ήταν και τα πιο συνήθη θύματα και ως επί το πλείστον των περιπτώσεων τα κρούσματα συνέβαιναν κατά την περίοδο Άνοιξη – Καλοκαίρι. Υπήρχε μια περιοδικότητα του φαινομένου, βάσει της οποίας οι νεαρές κοπέλες παρουσίαζαν τα συμπτώματα κάθε χρόνο την ίδια εποχή και έτσι δημιουργήθηκε μια ομάδα ατόμων, οι οποίοι μέσα από αυτό το μουσικό – χορευτικό τελετουργικό, κατόρθωναν τη θεραπεία όπως και την ενσωμάτωση του πάσχοντος. Αυτό συνέβαινε αρχές του καλοκαιριού και συνεχίζοταν μέχρι της οριστικής θεραπείας. Ιστορικά φαίνεται να υπάρχει κάποια σύνδεση του φαινομένου με τις γιορτές που γίνονταν προς τιμήν του θεού Διονύσου και με τα Βακχικά μυστήρια (βακχανάλια), που περιλαμβάνουν χορευτικούς εξορκισμούς σε ομάδες (παγανιστικά τελετουργικά). Υπάρχουν βάσιμες υποψίες πως τέτοιες παραδόσεις πέρασαν στη Μεγάλη Ελλάδα. Οι Ρωμαίοι είχαν σε μεγάλη εκτίμηση τις εορτές του Βάκχου, ήδη από το 186 π.Χ. και θεωρείται πως έχουν επιβιώσει μέσα στις ταραντέλες. Στη σημερινή εποχή η παγανιστικών καταβολών παράδοση έχει ενσωματωθεί στην χριστιανική, καθολική πρακτική.

Για παράδειγμα, στις 29 Ιουνίου, ανήμερα της εορτής του αγίου Παύλου, συγκεντρώνονται στον ομώνυμο και αφιερωμένο στη μνήμη του αγίου ναό στην Galatina, ταραντισμένοι από ολόκληρη τη χώρα, ενώ γίνονται παράλληλα ενώπιον χιλιάδων ανθρώπων, οι ταραντέλες σε δημόσια θέα. Κατά την ημέρα αυτήν προσέρχονται άνθρωποι, είτε αποθεραπευμένοι με σκοπό να αποτίσουν τιμή και να ευχαριστήσουν τον άγιο για τη θεραπεία τους, είτε μη θεραπευμένοι, που επιζητούν να τους βοηθήσει η Χάρη Του. Ακόμη, υπήρχε ένα συντριβάνι στον περίβολο του ιερού ναού, για το νερό του οποίου λέγεται πως εάν το έπινε όποιος είχε τσιμπηθεί από ταραντέλα, τότε ο άγιος τον θεράπευε.

Ο άγιος Παύλος δεν θεωρήθηκε τυχαία ως ο προστάτης όσων έχουν τσιμπηθεί από κάποιο δηλητηριώδες ζώο ή έντομο, καθώς κι εκείνος εμφανίζεται ιστορικά ότι είχε επιβιωσει από τσίμπημα ερπετού, κάπου στο νησί της Μάλτας. Έτσι φαίνεται να συνδέεται στενά η χριστιανική θρησκευτικότητα και ο σεβασμός σε μια προστασία του αγίου με την αποτελεσματικότητα ως προς τα ερπετά, εντούτοις, όμως, η χριστιανοποίηση δεν υπήρξε ποτέ ολοσχερής. Πολλές φορές η ταραντάτα επεδείκνυε συμπεριφορά μίμησης σεξουαλικής πράξης κάτι που συνέβαινε και στην εκκλησία του αγίου Παύλου ακόμη και όταν έπιναν τον αγιασμό, ενώ υπάρχει ως τις μέρες μας η ανάμνηση του άγιου ως αγίου της σεξουαλικότητας καθώς έχει συνδεθεί λόγω της ταραντέλας και με την προστασία της σεξουαλικότητας!

Το Τελετουργικό – Συνδυασμός παγανιστικών στοιχείων με καθολικά

Όταν ξεκινήσουν τα πρώτα συμπτώματα, ο παθών ή η οικογένειά του, καλεί τους μουσικούς στο σπίτι. Με τη μουσική ξεκινά ένας ξέφρενος χορός και στη φάση αυτήν πρέπει να γίνει η διάγνωση του τσιμπήματος, αν δηλαδή οφείλεται σε ερπετό ή σε σκορπιό. Έπειτα από τη διαγνωστική φάση ακολουθεί η χορευτική, η οποία λέγεται και φάση κατοχής. Το άτομο χορεύει ακατάπαυστα και ωσάν αλλόφρων, μοιάζει να βρίσκεται σε μία ξέφρενη κατάσταση, με πολλές ομοιότητες με την επιληπτική ή τη μανιοκαταθλιπτική και ενίοτε παραδίδεται σε σπασμούς…Το τελετουργικό τελειώνει με το συμβολικό πάτημα της αράχνης…

Πέραν από τις αναφορες στις γιορτές του Βάκχου, το φαινόμενο της ταραντέλας συνδέεται και με τη χορεομανία, για την οποία πιστεύεται ότι επρόκειτο για μια μαζική και ψυχογενή ασθένεια που μεταδίδεται. Το ίδιο συμβαίνει με την εκδήλωση των συμπτωμάτων της χορευτικής μανίας, που λαμβάνουν χώρα παράλληλα με τη δημόσια αυτή ψυχική κατάθεση, της ταραντέλας, του κάθε συμμετέχοντα και που εξαπλώνοταν ευρύτερα σαν να επρόκειτο για μια κοινωνική μεταδοτικότητα που περνάει και στους άλλους.

Έτσι συμβαίνει έπειτα από την αρχική μουσική συνοδεία στο σπίτι, η ταραντέλα να οδηγείται έξω από το σπίτι του πάσχοντα, ο οποίος οδηγεί την ομήγυρη των μουσικών και των θεατών σε έναν δημόσιο χώρο. Ανάλογα με την περίπτωση αυτό μπορεί να καταλήξει σε μια πλατεία ή στον περίβολο του χωριού. Εκεί το άτομο χορεύει ακατάστατα, ξαπλώνει καταγής και χτυπιέται ενίοτε βουβά, άλλοτε φωνάζει και κάποιες φορές κάθεται ακίνητο.

Έπειτα σηκώνεται και φαίνεται σαν να τον κυνηγούν, λαχανιάζει, αγκομαχά, τρέχει πέρα δώθε και πάντοτε δίχως να δώσει σημασία στον περίγυρό του και μονάχα στο τέλος θα αρχίσει να τρέχει ολόγυρα από το πλήθος, απευθυνόμενο σε ανθρώπους ενόσω και άλλοι ακολουθούν το παράδειγμά του σαν να εξαπλώνεται η χορευτική του μανία στους γύρω του και σαν να κανονικοποιείται με αυτόν τον τρόπο κοινωνικά.

Ο Πλάτων στον «Φαίδρο», περιγράφει ένα παρόμοιο φαινόμενο με τον ταραντισμό, το οποίο και διακρίνει από την τρέλα της «σωστής μανίας», όπως την αποκαλεί, η λειτουργία του οποίου φαίνεται πώς είναι να κανονικοποιεί τελεστικά την τρέλα. Η εξήγηση αναφέρεται σε κάποιο είδος κατοχής από κάποιο πνεύμα ή ωσάν να μην υπάρχει υποκείμενο και να απορρέει μια παράδοξη, σκοτεινή αυτονομία.

Γενικότερα φαίνεται πως το κοινωνικό και πολιτισμικό παραδοσιακό περιβάλλον, διαδραματίζει ιδιαίτερο ρόλο. Κατά την άποψη του Ερνέστο Ντε Μαρτίνο, το φαινόμενο του ταραντισμού και της τελεστικής ταραντέλας, ίσως να σχετίζεται με τους οργιαστικούς χορούς των Βάκχων Μαινάδων, προς τιμήν του θεού Διονύσου και με τις Θυάδες, οι οποίες επιπροσθέτως, είχαν σαν σύμβολο το ερπετό.

Παραπλήσιες αναφορές συναντούμε και σε έναν σχετικό αιγυπτιακό χορό, το ονομαζόμενο «Ζαν», το οποίο ήταν μια καθαρτική εμπειρία, που μοιάζει σε πολλά χαρακτηριστικά με την ταραντέλα, ένας χορός που απευθύνοταν κυρίως σε γυναίκες και έμοιαζε να ισοδυναμεί με την ψυχοθεραπεία των σύγχρονων δυτικών.

Σε κάθε περίπτωση στην ταραντέλα πρόκειται για μια ιεροτελεστική μείξη παγανισμού και καθολικισμού με ευρύτερη κοινωνική αναγνώριση των θεραπευτικών αποτελεσμάτων, κάτι που το αναγάγει στη συλλογική συνειδητότητα ως μια μουσική θεραπεία μα συνάμα και ως έναν ιερά καθαγιασμένο μουσικό εξορκισμό. Αξιοσημείωτο είναι ότι στην παράδοση του ιταλικού νότου η έκβαση του μαγικοθρησκευτικού τελετουργικού είναι η ενσωμάτωση του πάσχοντος στους κόλπους της κοινότητας, με τις ευλογίες και των θρησκευτικών κατά τόπους αρχών, έστω κατ’εξαίρεση, κάτι που ίσως εξηγεί τη μακραίωνη αυτή συνέχιση της ταραντέλας όπως άλλωστε και την κοινή ανθρώπινη ανάγκη ενός μυστηριακού και ανοίκειου, μαγικού στοιχείου του αοράτου κόσμου, που επιβιώνει έως και σήμερα μαζί με ποικίλες πρακτικές που αποδέχεται η θρησκεία ανεπίσημα όπως είναι το κακό μάτι, η βασκανία, η γητεία, οι εξορκισμοί και οι δαιμονισμοί κατοχής κοκ..

Επομένως η ταραντέλα, όσο παράδοξη και αν μας μοιάζει στη φαινομενολογια της, εξυπηρετεί ποικίλους σκοπούς, ατομικούς όπως και κοινωνικούς, ψυχοκαθαρτικούς, ψυχοθεραπευτικούς, θρησκευτικούς, εθνικούς έως τελετουργικούς. Εάν επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα με επιστημονικά κριτήρια, ανάλογα πάντοτε με το φίλτρο και τις προσλαμβάνουσές μας, μέσω της νόησης μας θα οδηγηθούμε σε μεγαλύτερη σύγχυση αντί για διαύγεια και επεξηγήσεις. Οι ερμηνείες μπορούν να είναι εικασίες όταν πρόκειται για εκδιπλώσεις υποκειμενικές και μάλιστα όταν αφορούν σε παράγωγα του ψυχισμού.

Σε γενικές γραμμές μπορούμε να εκλάβουμε το φαινόμενο του ταραντισμού ως μια ψυχογενή εκδήλωση και σαν μια σωματική μετατροπή, αν και ομολογουμένως καλό είναι να αποφεύγουμε ένταξη σε κατηγορίες ή θεωρητικά ερμηνευτικά σχήματα. Υπάρχει πάντοτε η ευχέρεια να θεωρήσουμε το φαινόμενο διαμέσου μιας ποιοτικής προσέγγισης που αναφέρεται πρωτίστως σε ανάγκες του ψυχισμού να γίνει αφενός μεν ορατός και να επικοινωνηθεί στους άλλους και αφετέρου δε μιαν ανάγκη που επιζητά την κοινωνική αποδοχή, την κανονικοποίηση του παράδοξου της ψυχικής λειτουργίας και εν συνεχεία την ενσωμάτωση του πάσχοντα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Μπορούμε να προβούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες όταν έχουμε να κάνουμε με μια μελέτη περίπτωσης, εντούτοις, όμως, σε ένα γενικό πλαίσιο εδώ αναφέρεται μια προσέγγιση της φαινομενικής έκφρασης της εμπειρίας του ταραντισμού και μιαν απόπειρα για την απόδοση νοήματος, ώστε να επισημανθεί ότι δεν πρόκειται για μια κλινική κατάσταση άνευ λόγου και αιτίας και πώς ενέχει ποικίλα νοήματα, αλλά και αιτήματα του πάσχοντος.

Πάντοτε υπάρχει ένα αίτημα πίσω από κάθε ψυχική εκδήλωση και είναι δέον να ασχολούμαστε με αυτό με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, επιχειρώντας να κατανοήσουμε τα υπαρξιακά και εμπειρικά νοήματα, αντί να επισκιάσουμε με τις δικές μας ερμηνείες. Εάν, όμως, μας ενδιαφέρει η ίαση των συμπτωμάτων ή η κατανόηση της λειτουργίας μιας ψυχικής εκφόρτισης, δέον είναι να δούμε τα αίτια και όχι μόνο τις φαινομενικές εκδηλώσεις. Τα αίτια βρίσκονται πάντοτε πίσω και πέραν των φαινομένων της επιφάνειας των προσώπων και των συμβάντων της λεγόμενης κοινής πραγματικότητας. Το αίτημα θέλει να εισακουστεί και η φωνή της βαθύτερης ουσίας της υπάρξεως αναζητά το βλέμμα, την αναγνώριση, την αποδοχή και την αγάπη μεταξύ άλλων.

Η ψυχολογία επιχειρεί ατέρμονα μιαν αναζήτηση στα βάθη των ψυχισμών και νοηματοδοτήσεις που μπορούν να περιγραφούν και να αναπαράγουν επίσης νοήματα, αρθρώνοντας λόγους περί της ψυχής.

Ωστόσο δύσκολο το εγχείρημα μέσω της παρατήρησης και των ανταλλαγών της λεκτικής μεταφοράς ή ακόμη και της μη λεκτικής. Ο Ηράκλειτος έλεγε της ψυχής τα πέρατα απέρατα, επισημαίνοντας τα απύθμενα και ανεξερεύνητα βάθη της. Θεωρητικά μοντέλα και ποικίλες γνωστικές προσεγγίσεις υπάρχουν, βέβαια, εκατοντάδες, εάν όχι χιλιάδες πλέον, ενώ η ψυχολογία και η ψυχανάλυση είναι κάποιες μόνον οπτικές από τις πολλές που θα μπορούσαν να αποπειραθούν να διαφωτίσουν έστω λιγάκι παραπάνω τις μύχιες όψεις του αοράτου ψυχισμού και των μυριάδων εκδηλώσεων του.

Η ψυχανάλυση είναι σαν την αρχαιολογία όπως θα έλεγε ο Φρόιντ και η δουλειά του ψυχαναλυτή πολλές φορές μοιάζει με τις ανασκαφές του αρχαιολόγου ξεθάβοντας χαμένα νοήματα, αίτια και σημασίες. Αυτή η επιστροφή της ιστορίας και των απωθημένων του υποκειμένου είναι πολλές φορές καθαρτική, επιφέροντας την ίαση και την ισορροπία.

Άλλωστε εάν εκλάβουμε ένα οποιοδήποτε φαινόμενο σαν ένα σύμπτωμα μπορούμε να πούμε ότι αυτό πάντοτε μοιάζει με ένα γράμμα που απευθύνεται σε κάποιον και εν τέλει το γράμμα θα φτάσει στον παραλήπτη. Είτε εισακουστεί, είτε όχι, η επιστροφή του απωθημένου συνιστά κάτι που αναδύεται στην επιφάνεια προκειμένου για να λυθεί και ακόμη ακόμη και το σύμπτωμα είναι μια απόπειρα του ψυχισμού να επιτελέσει μια συρραφή όπως θα λέγαμε, να συνενώσει ποικίλα επίπεδα της ψυχικής εμπειρίας και να ανοίξει το δρόμο προς μια ιαματική διευθέτηση στον ψυχισμό.

Ένα σύμπτωμα μοιάζει με έναν συμβιβασμό μεταξύ των διαφορετικών επιπέδων του ψυχισμού και αυτό είναι εμφανές στο φαινόμενο της ταραντέλας και στο συμβολικό τελετουργικό της, εφόσον επιφέρει την κάθαρση του υποκειμένου λειτουργώντας απολυτρωτικά. Κι αυτό είναι μεγίστης σημασίας διότι υπάρχουν πολλά πέρα από την κατανόησή μας, αλλά εν προκειμένω οφείλουμε να αναγωρίσουμε ότι ακόμη και εάν δεν καταλαβαίνουμε τις ταραντέλες, ή όπως κι αν επιλέγουμε να τις ερμηνεύσουμε, λειτουργούν μέχρις ενός επιπέδου, που αρκεί για μια κοινωνική και ατομική λειουργικότητα.

Εδώ επισημαίνουμε το κοινωνικό και παράλληλα ατομικό αίτημα για τη μεσολάβηση του συμβολικού πεδίου, της γλώσσας, των τεχνών και του ψυχισμού εν γένει, ταυτόχρονα με την αρχέγονη ανάγκη των ανθρώπων για κοινωνικοποίηση και για τελετουργικά που λειτουργούν καθαρτικά για τον ψυχισμό, είτε αυτά είναι τέχνης θέατρον, είτε και ψυχής πτυχώσεις.

Είναι αξιοσημείωτο ότι σε πολλούς πολιτισμούς ο λαός έχει κρατήσει ακόμη τελετουργικά τα οποία λειτουργούν συνενωτικά και θεραπευτικά για τον ψυχισμό, τόσο για τα υποκείμενα, όσο και για τις κοινότητες των ανθρώπων. Υπάρχει μια σοφία μέσα στη φύση μας και δεν είναι τυχαίο ότι στην ψυχανάλυση το υποκείμενο εγκαλείται να αναγνωρίσει τη δική του αλήθεια και να την αγκαλιάσει ζώντας την με πληρότητα και με αυθεντικότητα. Τ

ο ίδιο ή κάτι ανάλογο ίσως να εξυπηρετούν και οι ταραντέλες και που ξεδιπλώνουν μοναδικά χαρακτηριστικά των υποκειμένων και να καλύπτουν συνάμα γενικότερες ανάγκες των ανθρώπων που είναι κοινές. Οφείλουμε να σεβόμαστε την ανθρώπινη μοναδική εμπειρία και ύπαρξη και η ταραντέλα ως ένα φαινόμενο, ακόμη κι αν δεν ασχολείται πρωταρχικώς με τη θεραπεία, σίγουρα αγκαλιάζει και αποδέχεται τον πάσχοντα και μάλιστα συνδράμει με τον δικό της τρόπο ώστε να επέλθει η αρμονία, η ίαση και η συνένωση. Ίσως έχουμε πολλά να μάθουμε για αυτό το φαινόμενο και θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε τα κοινωνικά ή θρησκευτικά τελετουργικά μέσα από μία γόνιμη σύζευξη επιστήμης και παράδοσης, εκεί όπου η διαίσθηση, το πνεύμα, τα ήθη και τα έθιμα, οι τέχνες, η μουσική, ο χορός καθώς και η λαική σοφία, θα μπορούσαν όλα αυτά μαζί να αποδώσουν άλλα νοήματα αποκαλύπτοντας αλήθειες εμπλουτίζοντας και συνεισφεροντας τόσο στο ατομικό, όσο και στο κοινωνικό γίγνεσθαι.

Ευχής έργον είναι να προσφερθεί εδώ ένα μικρό λιθαράκι προς μια τέτοια κατεύθυνση και ευελπιστεί ο γράφοντας να έχει διαφωτίσει έστω μερικές πτυχές του φαινομένου με σκοπό να συνεχίσει η περαιτέρω διερεύνηση του. Άλλωστε η αναζήτηση είναι απύθμενη όπως δεν σταματά και το ποτάμι της ζωής, ενώ ενθυμούμενος τον Ηράκλειτο πάλι, εκείνος έλεγε ότι ποτέ δεν μπαίνουμε στο ίδιο ποτάμι δυο φορές, το ίδιο συμβαίνει με όλες τις εκφάνσεις και τα περιεχόμενα της ζωής, τα ανθρώπινα συμβάντα, τα πολύ ανθρώπινα και που είναι επίσης μοναδικά, όπως ο κάθε άνθρωπος και η κάθεμια ξεχωριστή ύπαρξη. Δέον είναι να αποδώσουμε στους ανθρώπους σεβασμό και ευήκοα ώτα ώστε να ακούσουμε τα όσα εξιστορεί όπως και να αφουγκραστούμε όλα όσα δεν λέγει, διότι η καθεμιά ιστορία είναι μοναδική και έχει μεγάλη αξία η μοναδιαία ύπαρξη στη ζωή, έτσι θα είναι ευκολότερη η κατανόηση και η θεραπεία, όπως άλλωστε και η ζωή ομορφαίνει μέσα από το μοίρασμα των εμπειριών με την ενότητα, με αλληλεγγύη και με φιλία. Εκεί ο χορός και η τελετουργία μπορεί να μας ενώσει, πιότερο μάλλον από κάθε στείρα γνώση, διότι η ζωή θέλει το βίωμα στην πράξη, αυτό είναι ένα δικαίωμα αναφαίρετο στην κάθε δράση.

Ίσως η ταραντέλα να μας δείχνει έναν ρυθμό ξεχασμένο πια από καιρό, αλλά μια ανάγκη πάντα ζωντανή και συνάμα την πιο κοινή, που συνδέει και ενώνει το κάθε άτομο με το κοινωνικό, διότι όλοι μαζί οι άνθρωποι εν χορώ συνολικό έχουν μεγάλη δύναμη και άλλη προοπτική, καλό να το θυμόμαστε αυτό άνθρωποι και λαοί κι όλα τα νικούν οι άνθρωποι όταν είναι ενωμένοι με αγάπη και τραγουδούν χορεύοντας μαζί!

 

Κωνσταντίνος Στεργιόπουλος