Δίδαξε στους άλλους πώς θέλεις να σου φέρονται

Πολλοί άνθρωποι φαίνεται, λοιπόν, να είναι λίγο ικανοποιημένοι από τον τρόπο που τους φέρονται οι άλλοι στο οικογενειακό περιβάλλον, καταπιεσμένοι στις σχέσεις ή στον επαγγελματικό τους περίγυρο κοκ. Εκφράσεις όπως: “δεν με καταλαβαίνουν, δεν με αγαπούν, δεν τους αρέσω, με πληγώνουν, ξέρουν ότι αυτό με ενοχλεί, αλλά συνεχίζουν να κάνουν αυτά που με ενοχλούν κοκ” είναι πολύ συχνές. Έτσι φαίνεται οι άνθρωποι ότι νιώθουν πληγωμένοι και να αντιδρούν έντονα συναισθηματικά όταν οι προσδοκίες τους δεν εκπληρώνονται ή όταν οι «άλλοι» δεν τους καταλαβαίνουν και δεν συμπεριφέρονται ανάλογα, ενώ όσο πιο οικεία είναι η σχέση τόσο μεγαλύτερος ο συναισθηματικός πόνος που νιώθουν.

Βασικά, όμως, ασχέτως του τι συμβαίνει πραγματικά στις σχέσεις μας με την οικογένεια, τους φίλους, τους συναδέλφους ή γενικότερα του τρόπου με τον οποίο συσχετιζόμαστε, ένα βασικό ζήτημα αφορά στις δικές μας προσδοκίες και πεποιθήσεις για το πώς πρέπει να είναι οι σχέσεις και έπειτα στις δικές μας αντιδράσεις και την συνακόλουθη έκφρασή μας. Οι προσδοκίες που έχει ο καθένας μας μπορούν να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό την πραγματικότητα μας και συνεπώς τις σχέσεις μας με τους άλλους. Έτσι όταν αυτό δεν συμβαίνει εμείς αντιδρούμε με συναισθήματα δυσαρέσκειας, λύπης, απογοήτευσης, ματαίωσης, θυμού κοκ.

 

Εντούτοις, όμως, δεν υπάρχουν αυτονόητα όπως δεν υπάρχει μια «κοινή λογική», ούτε ένας κώδικας επικοινωνίας και συμπεριφοράς. Μπορεί το savoir vivre να σηματοδοτεί ένα πρωτόκολλο συμπεριφορών σε ποικίλες καταστάσεις, αλλά η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί διαφορετικοί τρόποι, όσοι και οι άνθρωποι. Επομένως δεν υπάρχει ένα πρωτόκολλο με μια κοινή λογική, παρά μονάχα στο βαθμό που δύο ή περισσότεροι άνθρωποι έχουν εκφραστεί πλήρως και συμφωνούν σε κάποια ορισμένα πράγματα που συναποδέχονται και άρα διατηρούν μια ενιαία, κοινή εικόνα στις αντιλήψεις και τη σχέση τους.

Ο καθένας μας, λοιπόν, έχει μάθει ορισμένους τρόπους σκέψης, αντίληψης και συμπεριφοράς και όσον αφορά στις σχέσεις αυτές οι συμπεριφορές αναπροσαρμόζονται και δεν υπάρχουν συγκεκριμένα «πρέπει» και «δεν πρέπει». Εάν δεν είμαστε ευχαριστημένοι από τη συμπεριφορά κάποιων ανθρώπων απέναντί μας, είναι προτιμότερο να εκφραστούμε ανοιχτά και με πλήρη ειλικρίνεια για το πώς νιώθουμε και τι θέλουμε από εκείνους και μαζί με τα λόγια μας να συμπεριφερόμαστε κι ανάλογα. Έτσι θα μπορέσουμε να επιτύχουμε καλύτερη και πιο ουσιαστική επικοινωνία, ενόσω παράλληλα χτίζουμε μια κοινή σχέση και συμπερίληψη με τον άλλον άνθρωπο.

Αντίθετα το να κατηγορούμε τους άλλους για έλλειψη κατανόησης, αγάπης ή για ό,τι άλλο μας ενοχλεί, δίχως να το εκφράζουμε, δεν ωφελεί σε τίποτε. Μολονότι αυτό δεν είναι ένας αποδοτικός τρόπος σκέψης και πράξεων, φαίνεται ότι οι περισσότεροι άνθρωποι λειτουργούν κάπως έτσι, ενόσω αποποιούνται των ευθυνών να κάνουν κάτι εκείνοι. Πέρα από την ευθυνοφοβία και την εκμαθημένη ανημπόρια επιπροσθέτως δεν μαθαίνουμε ούτε στο σχολείο ή την οικογένεια την επικοινωνία και συνεπώς ζούμε μεγάλο μέρος των σχέσεων μας μέσα στο μυαλό μας, πλάθοντας και αναπαράγοντας φανταστικά σενάρια, στα οποία υπάρχουν θύματα και θύτες.

 

Αυτά είναι πολύ κοινά στο φαντασιακό επίπεδο λειτουργίας και αντίληψης των περισσοτέρων ανθρώπων, ενόσω η ανοιχτή έκφραση και επικοινωνία, καθώς επίσης και το προσωπικό παράδειγμα που θα μπορούσαν να αλλάξουν τις σχέσεις μας με τους άλλους και να μας δώσουν αυτά που ζητάμε, είναι σαν να αποφεύγονται από πλευράς μας.

Το πιο σημαντικό ίσως πράγμα είναι η έκφραση, κάτι που αφορά τόσο τα λόγια, όσο και τις πράξεις, οι οποίες επικυρώνουν με αξιοπιστία τα εκφερόμενα των λόγων μας. Επομένως, αντί να αναλωνόμαστε σε φαντασιακά σενάρια και συνομιλίες με τον εαυτό μας που πληγώνουν, ή αντί να αποζητάμε να δικαιωθούμε από φίλους και γνωστούς αναπαράγοντας τα όποια παράπονα για τις συμπεριφορές των άλλων ανθρώπων προς εμάς ή επιδιώκοντας μια επιβεβαίωση δική μας, το καλύτερο είναι να εκφραστούμε.

Μπορούμε πάντα να επιλέξουμε να μιλήσουμε ανοιχτά και ξεκάθαρα στους άλλους για το τι αισθανόμαστε και πώς θα θέλαμε να μας φέρονται, ενώ τους το δείχνουμε έμπρακτα διδάσκοντας, τόσο εκείνους, όσο κι εμάς για το είδος των σχέσεων και της επικοινωνίας που θέλουμε.

Με αυτόν τον τρόπο επιφέρουμε μεγαλύτερες αλλαγές από όσο θα πιστεύαμε και οι άλλοι άνθρωποι εκτιμούν την ειλικρίνεια παρότι κάποιες φορές ίσως να μην είναι πρόθυμοι να αλλάξουν κάτι εκείνοι. Ακόμη, όμως, κι όταν συμβαίνει έτσι, εμείς έχουμε εκφράσει αυτά που νιώθαμε και απελευθερώνουμε τον εαυτό μας, ενώ παράλληλα μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό. Εάν δεν λάβουμε αυτό που ζητάμε, το σίγουρο είναι ότι παύουμε αυτό το είδος των συμπεριφορών που δεν μας αρέσουν και θεωρούσαμε ότι μας πλήγωναν.

Έτσι είμαστε ελεύθεροι να αλλάξουμε πολλά και χρειάζεται πάντα να νιώσουμε ελεύθεροι και δυνατοί αρχικώς για να εκφραστούμε κι έπειτα προκειμένου να αναλάβουμε δράση και μέσα από τις σχέσεις και την ανοιχτή επικοινωνία διδάσκουμε και διδασκόμαστε παράλληλα όλοι μας πάντοτε.

 Κωνσταντίνος Στεργιόπουλος